οστρακολογία

οστρακολογία
η
1. κλάδος τής ζωολογίας που ασχολείται με τα όστρακα
2. κλάδος τής παπυρολογίας, ο οποίος ερευνά τα γραπτά κείμενα που βρίσκονται πάνω σε όστρακα, σε πήλινες πινακίδες ή θραύσματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < όστρακο + -λογία*].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • οστρακολογία — η 1. κλάδος της ζωολογίας για τα όστρακα. 2. κλάδος της παλαιογραφίας που μελετά τα γραπτά μνημεία πάνω σε όστρακα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • -λογία — (AM λογία) β συνθετικό αφηρημένων θηλυκών ονομάτων που σχηματίστηκαν από ονόματα σε λόγος ή από ρ. σε λογώ και ανάγονται στο ρ. λέγω είτε με τη σημασία τού «μιλώ», άρα και τού «ασχολούμαι με κάτι» (πρβλ. αερολογία, ευφυολογία, φιλολογία), είτε με …   Dictionary of Greek

  • όστρακο — Το σκληρό και ανθεκτικό κέλυφος, το οποίο περιβάλλει ολικά ή τμηματικά το σώμα διαφόρων ζώων και ιδιαίτερα των μαλακόστρακων και των μαλακίων. Βλ. λ. κοχύλι ή όστρακο. Όστρακον του 5ου π.Χ. αιώνα, με το όνομα του Θεμιστοκλή. (Αθήνα, Μουσείο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”